αγγελία

αγγελία
Η μετάδοση μιας είδησης ή πληροφορίας. Ειδοποίηση με την οποία γίνεται γνωστό στο ευρύ κοινό κάποιο πράγμα ή γεγονός, όπως π.χ. ότι κάποιος θέλει να προσλάβει υπάλληλο ή να πουλήσει ένα οικόπεδο ή να βρει δουλειά είτε ότι διαθέτει κάποιο εμπόρευμα που παρουσιάζει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Ο ήχος, η γραφή, η εικόνα, είναι οι βασικοί αγωγοί μέσα από τους οποίους διοχετεύονται στο κοινό τα διάφορα μηνύματα. Κάθε πρόσφορο μέσο, φορέας ήχου, γραφής, εικόνας, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη γνωστοποίηση κάποιας α.: τύπος, ραδιόφωνο, τηλεόραση, φέιγ-βολάν, προσπέκτους, τοιχοκολλήσεις (αφίσες), φωτεινές επιγραφές, ακόμα και επιστολές, όταν η α. απευθύνεται σε περιορισμένο κύκλο ανθρώπων. Η αρχαιότερη γνωστή α. βρίσκεται γραμμένη σε έναν πάπυρο που χρονολογείται από το 3000 π.Χ. : ένας δουλοκτήτης από τις Θήβες της Αιγύπτου προσφέρει αμοιβή σ’ εκείνον που θα του βρει έναν φυγάδα δούλο. Οι α. διακρίνονται σε κοινές και εμπορικές. Οι κοινές α. (εθιμοτυπικές) αναφέρονται κυρίως στα γεγονότα της ιδιωτικής ζωής: γεννήσεις, βαπτίσεις, αρραβώνες, γάμους, θανάτους, κηδείες κλπ. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι εμπορικές. Με αυτές ο επιχειρηματίας αναγγέλλει στο ευρύ κοινό τη διάθεση του προϊόντος που παράγει ή εμπορεύεται στην κατανάλωση.
* * *
η (Α ἀγγελία) [ἄγγελος]
είδηση, πληροφορία, μήνυμα
νεοελλ.
διαφήμιση που δημοσιεύεται σε εφημερίδες, περιοδικά κ.λπ.
αρχ.
1. προκήρυξη, πρόσταγμα, διαταγή
2. μεταβίβαση αγγελίας
3. κομιστής αγγελίας, αγγελιαφόρος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ἀγγελία — ἀγγελίᾱ , ἀγγελία message fem nom/voc/acc dual ἀγγελίᾱ , ἀγγελία message fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀγγελίᾳ — ἀγγελίαι , ἀγγελία message fem nom/voc pl ἀγγελίᾱͅ , ἀγγελία message fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αγγελία — η 1. είδηση, πληροφορία, μαντάτο: Δέχτηκε ψύχραιμα την αγγελία της αποτυχίας του στις εξετάσεις. 2. διαφήμιση με τον τύπο: Το σπίτι το νοίκιασε γρήγορα με αγγελία στις εφημερίδες …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀγγελίας — ἀγγελίᾱς , ἀγγελία message fem acc pl ἀγγελίᾱς , ἀγγελία message fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀγγελίαι — ἀγγελία message fem nom/voc pl ἀγγελίᾱͅ , ἀγγελία message fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀγγελιάων — ἀγγελιά̱ων , ἀγγελία message fem gen pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀγγελίαν — ἀγγελίᾱν , ἀγγελία message fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀγγελιαφόροι — ἀγγελιᾱφόροι , ἀγγελιαφόρος messenger masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀγγελιαφόροις — ἀγγελιᾱφόροις , ἀγγελιαφόρος messenger masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀγγελιαφόρον — ἀγγελιᾱφόρον , ἀγγελιαφόρος messenger masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”